Ενώ τα τελευταία έξι και πλέον χρόνια στην Κύπρο έχουμε ΓεΣΥ, υπάρχουν γονείς που για οικονομικούς λόγους αδυνατούν να παρέχουν στα παιδιά τους, τα οποία έχουν Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), τις θεραπείες που αυτά χρειάζονται. Το πρόβλημα αφορά κυρίως τις εργοθεραπείες και σχετίζεται άμεσα με το γεγονός ότι με το ΓεΣΥ έχουν συμβληθεί μόνο οι εργοθεραπευτές του Δημοσίου, οι οποίοι δεν αρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες των ασθενών. Αυτό σημαίνει, όπως εξηγεί στον «Π» η πρόεδρος του Συνδέσμου ΔΕΠΥ, Μαρίνα Γεωργίου, ότι οι γονείς θα διαθέτουν ένα σημαντικό κονδύλι κάθε μήνα ή θα μένουν τα παιδιά χωρίς τις απαραίτητες γι’αυτά θεραπείες, γεγονός που επιφέρει αλυσιδωτές συνέπειες.
60-80 ευρώ την εβδομάδα
«Κάθε συνεδρία εργοθεραπείας στοιχίζει 30-40 ευρώ. Ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε παιδιού, τα παιδιά με ΔΕΠΥ χρειάζονται από δύο μέχρι τέσσερις συνεδρίες την εβδομάδα. Είναι το λιγότερο 60-80 ευρώ την εβδομάδα. Μιλάμε για 300 ευρώ και πλέον τον μήνα», σημείωσε η κ. Γεωργίου, προσθέτοντας ότι «οι περισσότερες οικογένειες που έχουν παιδιά με ΔΕΠΥ, είναι είτε μονογονεϊκές είτε εργάζεται μόνο ο ένας γονιός σε πλήρη απασχόληση, μιας και ο δεύτερος «αναγκάζεται» να γίνει ο φροντιστής του παιδιού, το άτομο που τις απογευματινές ώρες θα το μεταφέρει από τη μια συνεδρία στην άλλη». Επεσήμανε ακόμη ότι, δεν είναι μόνο το κόστος της εργοθεραπείας, αλλά αυτό προστίθεται σε όλα τα άλλα που καλούνται να διαχειριστούν οι γονείς αυτοί, όπως είναι οι φυσιοθεραπείες και οι λογοθεραπείες που δεν τις καλύπτει πλήρως το ΓεΣΥ, συνεδρίες με σχολικό ψυχολόγο, οι οποίοι είναι επίσης εκτός του Συστήματος, ενώ μεταξύ άλλων τα παιδιά με ΔΕΠΥ χρειάζεται τις απογευματινές ώρες να φοιτούν σε ιδιαίτερα προγράμματα ειδικής εκπαίδευσης, με το κόστος να ανέρχεται στα 30 περίπου ευρώ το μάθημα.
«Τέσσερα χρόνια, μόνο υποσχέσεις»
Σε ό,τι αφορά τις εργοθεραπείες, εξήγησε ότι γονείς και παιδιά πληρώνουν την μη ένταξη των ιδιωτών εργοθεραπευτών στο ΓεΣΥ. «Όταν στο σύστημα έχουν ενταχθεί μόνο οι εργοθεραπευτές του Δημοσίου, οι οποίοι εργάζονται μέχρι τις 2 το μεσημέρι, που σημαίνει ότι θα πρέπει να χάσει το παιδί από το σχολείο του για να κλείσεις ραντεβού, και έχουν και λίστα αναμονής, τότε αναγκαστικά απευθύνεσαι στον ιδιωτικό τομέα» τόνισε η κ. Γεωργίου, υπογραμμίζοντας ότι «είναι ένα ζήτημα που έχουμε αναδείξει παρά πολλές φορές, το έχουμε συζητήσει και με τον ΟΑΥ και με το Υπουργείο Υγείας και στη Βουλή. Έχουμε κουραστεί να μας υπόσχονται ότι θα γίνουν ενέργειες για να αυξηθούν οι εργοθεραπευτές στο ΓεΣΥ και να μην αλλάζει κάτι. Τέσσερα χρόνια τώρα ακούμε τις ίδιες υποσχέσεις». Ακόμη, ανέφερε ότι, στην προ ΓεΣΥ εποχή το Υπουργείο Υγείας κάλυπτε με κουπόνια ένα μέρος της κάθε συνεδρίας για εργοθεραπεία, υποστηρίζοντας ότι από τη στιγμή που μέσω του συστήματος δεν εξυπηρετούνται τα παιδιά, θα ήταν μια ανάσα για τους γονείς η επαναφορά αυτής της πρακτικής.
Μιλώντας για το πώς η εργοθεραπεία βοηθά τα παιδιά με ΔΕΠΥ, μίλησε για μια αλυσίδα η οποία πάει ως εξής: «Εργοθεραπεία σημαίνει πρώιμη παρέμβαση και βοήθεια στο να αντιμετωπίσουν τα παιδιά αυτά προβλήματα λεπτής κινητικότητας. Αν δεν προληφθούν αυτά, το παιδί θα πάει στο σχολείο και δεν θα μπορεί να πιάσει το μολύβι. Δεν θα είναι σε θέση να γράψει, πόσω μάλλον να παρακολουθήσει το μάθημα. Θα δημιουργεί προβλήματα στην τάξη, έπειτα θα οδηγηθεί στην ειδική μονάδα, δεν θα πάρει απολυτήριο τελειώνοντας το σχολείο, δεν θα μπορεί να βρει δουλειά. Έτσι οδηγείται στην απομόνωση, κοινωνικό αποκλεισμό, με όποιες συνέπειες μπορεί να έχει αυτό στην ψυχική του υγεία».






