Παρά τις κατά καιρούς εξαγγελίες, η κατάσταση με το υδατικό στην Κύπρο παραμένει τραγική. Αυτή η εικόνα αποτυπώνεται και μέσα από τα ευρήματα του ελέγχου που διενήργησε η Ελεγκτική Υπηρεσία. Το πλέον ανησυχητικό, ωστόσο, είναι ότι, συγκριτικά με την προηγούμενη έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για το υδατικό, τα μεγαλύτερα και σοβαρότερα προβλήματα παραμένουν άλυτα, παρά το γεγονός ότι έχουν παρέλθει εννέα χρόνια.
Η νέα έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας αποτελεί συνέχεια της αντίστοιχης του 2016 και εξέτασε την πορεία υλοποίησης των αναγκαίων μέτρων για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων της Κύπρου. Όπως τονίζεται στην έκθεση, παρά τα μέτρα που έχουν ληφθεί κατά τη διάρκεια των εννέα ετών που μεσολάβησαν, εξακολουθούν να παρατηρούνται σοβαρές αδυναμίες και καθυστερήσεις, οι οποίες απειλούν τη βιώσιμη και ορθολογική του διαχείριση.
Κάτω από το μικροσκόπιο της Ελεγκτικής Υπηρεσία τέθηκαν επίσης οι αφαλατώσεις, το σημαντικό ζήτημα της απώλειας τεράστιων ποσοτήτων νερού, καθώς και της ασφάλειας των φραγμάτων.
Όπως αναφέρει η Ελεγκτική Υπηρεσία, το 64% των υδροφορέων της αντίστοιχης του 2016 βρίσκεται σε κακή κατάσταση, κυρίως λόγω πορείας υλοποίησης των αναγκαίων μέτρων νιτρορύπανσης και υφαλμύρινσης, τονίζοντας ότι οι έλεγχοι διαχείρισης των υδάτινων πόρων της Κύπρου παραμένουν ανεπαρκείς.
Σε ό,τι αφορά τα έργα που έχουν προγραμματιστεί με σκοπό να αλλάξει η κατάσταση στο υδατικό, η Ελεγκτική Υπηρεσία εντοπίζει ότι από τα 60 έργα που προγραμματίστηκαν στο 15ετές Σχέδιο Υδατικής Ανάπτυξης μόλις 14 έχουν ολοκληρωθεί. Οι δαπάνες ανά έργο δεν παρακολουθούνται συγκριτικά με τους προϋπολογισμούς, με αποτέλεσμα να προκύπτει αδυναμία εκτίμησης της επάρκειας των προβλεπόμενων δαπανών.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση, το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων εκπόνησε 15ετές Σχέδιο Υδατικής Ανάπτυξης για την περίοδο μέχρι το 2030, όπου καταγράφονται τα προγραμματιζόμενα (κατασκευαστικά) έργα υδατικής ανάπτυξης, με συνολικό υπολογιζόμενο κόστος γύρω στο €1,5 δις, εκ των οποίων το €1 δις θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και το υπόλοιπο τις Τοπικές Αρχές. Το υπό αναφορά Σχέδιο αποτελεί εσωτερικό εργαλείο του ΤΑΥ για τον προγραμματισμό και προώθηση υλοποίησης των αναπτυξιακών έργων και δεν περιλαμβάνεται στα Σχέδια που προωθήθηκαν για έγκριση στο Υπουργικό Συμβούλιο. Σύμφωνα με στοιχεία του ΤΑΥ, μέχρι την ημερομηνία του ελέγχου είχαν δαπανηθεί από κρατικούς πόρους €767 εκατ., ποσό που αναλογεί στο 77% του συνολικού ποσού της κρατικής συνεισφοράς, ενώ ολοκληρώθηκαν τα 14 από τα 60 προγραμματισμένα έργα που αναφέρονται στο υπό αναφορά Σχέδιο, έναντι συνολικής δαπάνης €180,6 εκατ. Τα υπόλοιπα €586,4 εκατ. δαπανήθηκαν για έργα που δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί.
Παρατηρήθηκε δε ότι το ΤΑΥ δεν παρακολουθεί ικανοποιητικά την υλοποίηση του υπό αναφορά Σχεδίου, αφού οι προϋπολογισθείσες δαπάνες ανά έργο δεν συγκρίνονται με τις πραγματικές, ώστε να διαφανούν τυχόν αποκλίσεις. «Συνεπώς, δεν μπορεί να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα για το εάν για την ολοκλήρωση όλων των έργων θα απαιτηθούν πρόσθετες πιστώσεις σε σχέση με εκείνες που είχαν αρχικά υπολογιστεί», σημειώνει η Ελεγκτική.
Αυξάνουν το κόστος
Αναφορικά με τη λειτουργία των μονάδων αφαλάτωσης, η Ελεγκτική Υπηρεσία σημειώνει ότι η παραγωγή αφαλατωμένου νερού έχει βοηθήσει σημαντικά στην κάλυψη των αναγκών ύδρευσης και απεξάρτησης από τις καιρικές συνθήκες, ωστόσο έχει δημιουργήσει περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως την αρνητική συνεισφορά στις εκπομπές ρύπων αερίων θερμοκηπίου και την επιβάρυνση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, λόγω της απόρριψης της άλμης. Επίσης, η λύση αυτή είναι δαπανηρή και αυξάνει το κόστος που καλούνται οι καταναλωτές να καταβάλουν, γι’ αυτό θα πρέπει να υπάρξει αξιοποίηση των μονάδων αφαλάτωσης με το πιο βέλτιστο τρόπο στη βάση κόστους/οφέλους.
Χωρίς πιστοποιητικά ασφαλείας
Ο έλεγχος της Ελεγκτικής ασχολήθηκε και με το θέμα της ασφάλειας των φραγμάτων. Όπως σημειώνει, πολλά φράγματα είναι παλιά, χωρίς ολοκληρωμένα σχέδια συντήρησης και χωρίς τελικά πιστοποιητικά ασφαλείας, ενώ ανεξάρτητες επιθεωρήσεις δεν έχουν πραγματοποιηθεί για κανένα φράγμα. Για την ποιότητα του νερού, εντοπίζεται ότι πολλοί τοπικοί φορείς δεν παρακολουθούν συστηματικά την ποιότητα του νερού, ενώ Ζώνες Προστασίας έχουν καθοριστεί μόνο για το 26% των γεωτρήσεων.
Ανησυχία για απώλειες
Τα ποσοστά ατιμολόγητου νερού στους τοπικούς φορείς ξεπερνούν το 29% το 2023, κυρίως λόγω παλαιότητας δικτύων. Οι απώλειες σε παγκύπρια βάση εκτιμάται ότι υπερβαίνουν τα 200 εκατ. κ.μ. ετησίως. Οι πολύ σημαντικές εκτιμώμενες ποσότητες απώλειας νερού πρέπει να ανησυχήσουν σοβαρά το ΤΑΥ, αφενός λόγω του ότι το ατιμολόγητο νερό συνεπάγεται μεγάλη απώλεια εσόδων από τους τοπικούς φορείς ύδρευσης (ΤΦΥ) και αφετέρου λόγω της ανάγκης περιορισμού της σπατάλης νερού, ώστε να μπορεί να αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά η λειψυδρία που απασχολεί διαχρονικά τη χώρα μας. Σύμφωνα με την Ελεγκτική Υπηρεσία, οι ΤΦΥ με πεπαλαιωμένα δίκτυα ηλικίας πέραν των 20 ετών να προβαίνουν σε συχνότερες προληπτικές συντηρήσεις των δικτύων τους και αντικαταστάσεις, όπου επιβάλλεται, με καινούργια, έτσι ώστε να μειωθούν οι απώλειες νερού. Επιπλέον, η τήρηση μητρώων παρακολούθησης βλαβών κρίνεται απαραίτητη για τη σωστή παρακολούθηση και τάχιστη εφαρμογή διορθωτικών μέτρων σε προβληματικά δίκτυα εκεί και όπου χρειάζεται.
Η απάντηση του ΤΑΥ
Το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων απάντησε στην Ελεγκτική Υπηρεσία αναφέροντας ότι η έκθεση αναδεικνύει τις μεγάλες και διαχρονικές προκλήσεις για τη χώρα μας, όπως η λειψυδρία, η κλιματική αλλαγή, η ανάγκη εκσυγχρονισμού των υποδομών και η προστασία των υπόγειων υδάτων.
«Το ΤΑΥ προχωρεί ήδη στην υλοποίηση ενός ολιστικού στρατηγικού σχεδιασμού, που εγκρίθηκε με τέσσερις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου. Ο σχεδιασμός αυτός θέτει στέρεες βάσεις για τη βελτίωση και την ενίσχυση της διαχείρισης των υδάτινων πόρων, μέσα από ένα συνεκτικό πλαίσιο βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων δράσεων, με στόχο τη βιώσιμη και αποτελεσματική αντιμετώπιση του υδατικού προβλήματος. Η αύξηση των ποσοτήτων νερού από μη συμβατικούς πόρους, η μείωση των απωλειών και ο τερματισμός της ευκαιριακής χρήσης των αφαλατώσεων αποτελούν βασικούς πυλώνες του σχεδιασμού μας. Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι το 38% του συνολικού προϋπολογισμού του Υπουργείου Γεωργίας αφορά το υδατικό κεφάλαιο, γεγονός που υπογραμμίζει τη στρατηγική σημασία του τομέα», αναφέρει το ΤΑΥ.
Στην απάντησή του το ΤΑΥ σημειώνει ότι, «αναμφίβολα, σε ορισμένους τομείς υπάρχουν αδυναμίες που συσσωρεύτηκαν και εντάθηκαν την τελευταία δεκαετία, επηρεάζοντας την έγκαιρη υλοποίηση έργων. Η εδώ και μήνες σταδιακή εισδοχή στο τμήμα νέου αίματος σε επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό αποτελεί την καλύτερη αντιμετώπιση της εδώ και χρόνιας υποστελέχωσης που έφθασε το 38%. Ήδη τα αποτελέσματα των προσπαθειών αρχίζουν σταδιακά να θέτουν τη διαχείριση του υδατικού ζητήματος σε μια πιο σταθερή τροχιά, με στόχο τη μόνιμη και βιώσιμη επίλυση ενός διαχρονικού ζητήματος, που αφορά όλους.






