Για τη χρήση αθέμιτων μέσων με στόχο την παγίδευση των οδηγών και την έκδοση εξώδικων προστίμων για παραβίαση του ορίου ταχύτητας, κατήγγειλε πολίτης στην Αρχή κατά της Διαφθοράς την εταιρεία Brink’s, η οποία διαχειρίζεται το σύστημα φωτοεπισήμανσης στους δρόμους, με τη λειτουργία 90 σταθερών και 20 κινητών καμερών σε παγκύπρια βάση. Η καταγγελία υποβλήθηκε ανώνυμα για ευνόητους λόγους. Η Αρχή Κατά της Διαφθοράς υποχρεώθηκε να την απορρίψει λόγω αναρμοδιότητας, καθώς η καταγγελία στρεφόταν εναντίον μιας ιδιωτικής εταιρείας.
Στάλθηκε και βίντεο
Σύμφωνα με την καταγγελία του παραπονούμενου πολίτη, σε περιοχή της επαρχίας Λεμεσού, υπάλληλος της διαχειρίστριας εταιρείας των κινητών καμερών τοποθέτησε το προειδοποιητικό σήμα ότι γίνεται έλεγχος ταχύτητας από κινητή κάμερα στο πεζοδρόμιο, πίσω από σταθμευμένο αυτοκίνητο, με αποτέλεσμα να μην είναι ορατό από τον δρόμο για τους οδηγούς. Μάλιστα, προς απόδειξη της καταγγελίας του, ο παραπονούμενος πολίτης κατέθεσε και βίντεο ενώπιον της Αρχής Κατά της Διαφθοράς, στο οποίο φαίνεται πως το προειδοποιητικό σήμα δεν είναι ορατό από το οδόστρωμα. Υποστηρίζει ότι η διαχειρίστρια εταιρεία των καμερών χρησιμοποιεί ανήθικες μεθόδους για να παγιδεύει οδηγούς, με στόχο την έκδοση ολοένα και περισσότερων εξώδικων προστίμων.
Γιατί απορρίφθηκε
Όπως αναφέρει στην απόφασή της η Αρχή Κατά της Διαφθοράς, «οι ισχυρισμοί που διατυπώνονται στην παρούσα καταγγελία στρέφονται κατά ιδιωτικής εταιρείας και δεν εμπίπτουν στην κατηγορία «πράξεων διαφθοράς», ούτε περιέχουν στοιχεία-ενδείξεις για διάπραξη αδικημάτων διαφθοράς. Επομένως, η Αρχή δεν έχει την αρμοδιότητα να εξετάσει την παρούσα καταγγελία».
Η Αρχή Κατά της Διαφθοράς έχει αρμοδιότητα, σύμφωνα με τα Άρθρα 6(2) και 7(1) του περί της Σύστασης και Λειτουργίας της Ανεξάρτητης Αρχής Κατά της Διαφθοράς Νόμου, να διερευνά και να αξιολογεί καταγγελίες οι οποίες σχετίζονται με πράξεις διαφθοράς, όπως η ερμηνεία στο Άρθρο 2 του Νόμου ορίζει για τις «πράξεις διαφθοράς». Όσον αφορά τα πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα, με βάση το Άρθρο 6(2) του υπό αναφορά νόμου, είναι δυνατό να υποβάλλονται στην Αρχή καταγγελίες μόνο σε σχέση με πράξεις διαφθοράς προσώπων του ιδιωτικού τομέα στις οποίες εμπλέκονται άμεσα πρόσωπα του δημόσιου τομέα ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ή/και πράξεις διαφθοράς προσώπων του δημόσιου τομέα ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα στις οποίες εμπλέκονται πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα.
Στην προκειμένη περίπτωση, η καταγγελία στρεφόταν εναντίον ιδιωτικής εταιρείας, με την Αρχή Κατά της Διαφθοράς να είναι υποχρεωμένη να την απορρίψει, είτε ήταν βάσιμη είτε όχι, καθώς δεν έχει εξουσία να την ερευνήσει.
Το κρυφτούλι που προκαλεί
Υπάρχει έντονη αντίδραση στην κοινωνία για τις πρακτικές παγίδευσης που εφευρίσκουν οι χειριστές των κινητών καμερών. Πρόκειται για πρακτικές που προκαλούν και εξοργίζουν, με απώτερο στόχο την έκδοση εξώδικων προστίμων για υπέρβαση του ορίου ταχύτητας.
Υποτίθεται ότι πριν το σημείο εγκατάστασης μιας κινητής κάμερας τοποθετείται προειδοποιητική πινακίδα, όπου ο οδηγός ενημερώνεται για την παρουσία της κάμερας φωτοεπισήμανσης. Η πινακίδα μπορεί να τοποθετείται από 100 μέτρα μέχρι 5.000 μέτρα πριν από την κινητή κάμερα. Στην πραγματικότητα, όμως, χειριστές κινητών καμερών δεν τοποθετούν προειδοποιητική σήμανση ή την τοποθετούν σε σημεία που δύσκολα γίνονται αντιληπτά από τους οδηγούς, όπως συνέβη στην περίπτωση του πολίτη που προσπάθησε να βρει το δίκαιό του στην Αρχή Κατά της Διαφθοράς.
Πρόσφατα, σε συνεδρία της Επιτροπής Μεταφορών της Βουλής, ασκήθηκε έντονη κριτική από τους βουλευτές Δημήτρη Δημητρίου (ΔΗΣΥ) και Χρύσανθο Σαββίδη (ΔΗΚΟ), οι οποίοι κατήγγειλαν ότι οι προειδοποιητικές πινακίδες δεν τοποθετούνται σε όλες τις περιπτώσεις.
Επιπλέον, χειριστές των κινητών καμερών τοποθετούν τα βανάκια, στα οποία βρίσκονται οι κάμερες, πίσω από δέντρα, μέσα σε χωράφια και γενικά σε σημεία περιορισμένης ορατότητας, με στόχο να παγιδεύουν τους οδηγούς.
Σε πρόσφατη συζήτηση ενώπιον της ολομέλειας της Βουλής, βουλευτές ακόμη και της συγκυβέρνησης άσκησαν κριτική στην κυβέρνηση, καταγγέλλοντας ότι το σύστημα φωτοεπισήμανσης αποτελεί εισπρακτικό μέτρο. Έγινε λόγος για «ληστρική διαδικασία» και για «σύστημα–παγίδα» σε βάρος των πολιτών.
Όπως προκύπτει από τις δημόσιες τοποθετήσεις της Αστυνομίας, η παγίδευση των οδηγών γίνεται με την ανοχή ή και τις ευλογίες της. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που η Αστυνομία διαφώνησε με τις προτάσεις νόμου του βουλευτή του ΔΗΣΥ Νίκου Γεωργίου, για δημοσιοποίηση εκ των προτέρων των περιοχών –και όχι των σημείων- όπου θα τοποθετούνται οι 20 κινητές κάμερες ή θα γίνονται έλεγχοι ταχύτητας από αστυνομικούς.
Πυροβολισμοί και επιθέσεις
Οι πρακτικές παγίδευσης από μέρους των χειριστών των κινητών καμερών προκάλεσαν την εκδήλωση βίαιων συμπεριφορών. Πρόκειται για καταδικαστέες ενέργειες και πράξεις βίας που στρέφονται κατά της ανθρώπινης ζωής.
Σε διάστημα λιγότερο από τρία χρόνια από την εφαρμογή του συστήματος φωτοεπισήμανσης καταγράφηκαν 10 σοβαρές επιθέσεις εναντίον χειριστών κινητών καμερών, με δύο περιστατικά να αφορούν το αδίκημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας, καθώς οι χειριστές δέχθηκαν πυροβολισμούς από κυνηγετικό όπλο.
Τα δύο πρώτα σοβαρά περιστατικά καταγράφηκαν τον Οκτώβριο του 2022, όπου σε διάστημα μόλις 10 ημερών σημειώθηκαν δύο διαφορετικά συμβάντα ρίψης πυροβολισμών εναντίον χειριστών κινητών καμερών που βρίσκονταν σε υπηρεσία για έλεγχο του ορίου ταχύτητας.
Το πρώτο περιστατικό σημειώθηκε στον αυτοκινητόδρομο Κοκκινοτριμιθιάς–Λευκωσίας. Από τους δύο πυροβολισμούς θρυμματίστηκε το παράθυρο της πόρτας του συνοδηγού του οχήματος στο οποίο επέβαιναν οι χειριστές, οι οποίοι τραυματίστηκαν στο πίσω μέρος της κεφαλής τους.
Το δεύτερο συμβάν σημειώθηκε στον αυτοκινητόδρομο Λάρνακας–Αγίας Νάπας. Όπως κατέθεσε στην Αστυνομία ο χειριστής της κινητής κάμερας, είδε να προσεγγίζει το όχημά του μια μοτοσυκλέτα σκούρου χρώματος, στην οποία επέβαιναν δύο πρόσωπα, τα οποία πυροβόλησαν το πίσω μέρος του οχήματος της κινητής κάμερας.
Στα €28 εκατ. τα έσοδα απο τις κάμερες
Σύμφωνα με τα στοιχεία που κοινοποίησε στη Βουλή το Υπουργείο Δικαιοσύνης, κατόπιν ερώτησης του βουλευτή του ΔΗΣΥ Νίκου Γεωργίου, από την έναρξη λειτουργίας του συστήματος φωτοεπισήμανσης στους δρόμους, δηλαδή την 1η Ιανουαρίου 2022, μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου 2025, έχει εισπραχθεί συνολικά το ποσό των €27.901.692.






