Ο τρόπος ζωής ενός ανθρώπου συχνά αποτελεί καθρέφτη της οικονομικής του κατάστασης. Τα ρούχα που φορά, το σπίτι στο οποίο ζει, το αυτοκίνητο που οδηγεί, ακόμη και οι διακοπές που κάνει, αποκαλύπτουν σε μεγάλο βαθμό το εισόδημά του και το κοινωνικό του επίπεδο. Στη σύγχρονη κοινωνία της κατανάλωσης, ο πλούτος εκφράζεται μέσα από την επίδειξη αγαθών και την πρόσβαση σε υπηρεσίες πολυτελείας.
Αξιωματούχος ημικρατικού οργανισμού που αρέσκεται στην επίδειξη πλούτου, βρίσκεται σε δύσκολη θέση, καθώς καταγγέλθηκε από πολίτες, τόσο στο Τμήμα Φορολογίας όσο και στην Αρχή Κατά της Διαφθοράς. Η καταγγελία εναντίον του υποβλήθηκε ανώνυμα, για ευνόητους λόγους, και σε αυτή διατυπώνονται ισχυρισμοί περί απόκρυψης πραγματικών εισοδημάτων. Μάλιστα, στην καταγγελία που υποβλήθηκε επισυνάπτονται φωτογραφίες - στιγμιότυπα που αναρτήθηκαν στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης από τον ίδιο, τα οποία, σύμφωνα με τους καταγγέλλοντες δεν συνάδουν με τα δηλωθέντα εισοδήματά του. Μέσα από την καταγγελία αφήνεται να νοηθεί ότι ο πλούτος που φαίνεται να διαθέτει ο συγκεκριμένος αξιωματούχος είναι αποτέλεσμα κατάχρησης εξουσίας ή και πράξεων διαφθοράς.
Η διερεύνηση
Με βάση τον νόμο που διέπει τη σύσταση και λειτουργία της ανεξάρτητης Αρχής Κατά της Διαφθοράς, η Αρχή δύναται να διερευνά και ανώνυμες καταγγελίες, όπως η παρούσα. Προνοείται, επίσης, ότι σε περίπτωση εξέτασης, αξιολόγησης ή διερεύνησης ανώνυμης καταγγελίας ή πληροφορίας, η Αρχή βασίζεται στα στοιχεία που έχει ενώπιόν της. Στην περίπτωση δε που η Αρχή κρίνει ότι τα διαθέσιμα στοιχεία είναι ανεπαρκή, μπορεί να προβεί σε περαιτέρω έρευνα για την εξεύρεση επιπρόσθετων δεδομένων, ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσον η ανώνυμη καταγγελία ή πληροφορία μπορεί να διερευνηθεί αποτελεσματικά εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της.
Όπως διαπίστωσε η Αρχή Κατά της Διαφθοράς στο προκαταρκτικό στάδιο εξέτασης της καταγγελίας, «οι ισχυρισμοί που περιλαμβάνονται στην εν λόγω καταγγελία είναι γενικοί και αόριστοι, καθότι δεν συνοδεύονται από συγκεκριμένα ή τεκμηριωμένα στοιχεία, τα οποία να συνηγορούν στην ύπαρξη πράξεων διαφθοράς». Συνεπώς, αναφέρει στην απόφασή της η Αρχή, «η διερεύνηση τυχόν φαινομένων φοροδιαφυγής εμπίπτει στην αρμοδιότητα άλλων αρμόδιων Αρχών, στις οποίες η παρούσα καταγγελία έχει ήδη κοινοποιηθεί». Η απόφαση καταλήγει με τα εξής: «Υπό το φως των ανωτέρω, και εφόσον από την καταγγελία δεν θεμελιώνονται πράξεις διαφθοράς, ως αυτές ορίζονται στον νόμο, η οποιαδήποτε περαιτέρω διαδικασία τερματίζεται και η καταγγελία αρχειοθετείται».
Μπορεί να μην διαπιστώθηκαν πράξεις διαφθοράς εφόσον δεν προσκομίστηκαν συγκεκριμένα στοιχεία που να δημιουργούν, αν μη τι άλλο, εύλογες υποψίες για τη διάπραξή τους, ωστόσο, ο εν λόγω αξιωματούχος βρίσκεται κάτω από το μικροσκόπιο του Τμήματος Φορολογίας.
Ανώνυμες μεν, αλλά απαιτούνται στοιχεία
Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία της Αρχής κατά της Διαφθοράς επιτρέπει την υποβολή ανώνυμων καταγγελιών. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το πρόσωπο που έχει υποβάλει την καταγγελία δεν δύναται να λαμβάνει πληροφόρηση σχετικά με την εξέλιξή της. Ως εκ τούτου, και για σκοπούς διαφάνειας, η Αρχή κατά της Διαφθοράς αναρτά στην ιστοσελίδα της τις αποφάσεις που λαμβάνει, αναφορικά με τον τρόπο χειρισμού οποιασδήποτε ανώνυμης καταγγελίας.
Η Αρχή κατά της Διαφθοράς έχει υποχρεωθεί κατά καιρούς να απορρίψει αρκετές ανώνυμες καταγγελίες για διαφθορά που στρέφονταν εναντίον δημόσιων λειτουργών και αξιωματούχων, όπως και την παρούσα, επειδή ήταν γενικές και αόριστες και δεν συνοδεύονταν από συγκεκριμένα ή τεκμηριωμένα στοιχεία. Παράλληλα, η Αρχή δεν είχε τρόπο επικοινωνίας με τους καταγγέλλοντες, προκειμένου να ζητηθούν πρόσθετες πληροφορίες ή διευκρινίσεις. Για τον λόγο αυτό, με πρόσφατη ανακοίνωσή της η Αρχή Κατά της Διαφθοράς κάλεσε όσους υποβάλλουν ανώνυμες καταγγελίες να συνοδεύουν αυτές με όλα τα σχετικά στοιχεία και πληροφορίες, ώστε να καθίσταται δυνατή η ουσιαστική και αποτελεσματική διερεύνησή τους.
Καταγγελίες με τρεις τρόπους
Η υποβολή καταγγελίας στην Αρχή Κατά της Διαφθοράς γίνεται γραπτώς, με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:
Με διά χειρός παράδοση ή ταχυδρομική αποστολή της καταγγελίας στα γραφεία της Αρχής, στη διεύθυνση Μάρκου Δράκου 10, 1040 Λευκωσία.
Με αποστολή τηλεομοιότυπου (φαξ) στον αριθμό 22756414.
Με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση complaints@iaac.org.cy.
Οι καταγγελίες, επώνυμες και ανώνυμες, που μέχρι σήμερα ξεπέρασαν τις 500 στο σύνολο, υποβάλλονται μέσω ειδικού εντύπου το οποίο είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα της Αρχής Κατά της Διαφθοράς.
Οι καταγγελίες πρέπει να περιλαμβάνουν αναφορές σε πραγματικά περιστατικά, τα οποία, κατά την κρίση των καταγγελλόντων, στοιχειοθετούν τη διάπραξη αδικήματος και να κατονομάζονται τα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Ακόμη καλύτερα, όταν οι καταγγελίες συνοδεύονται από έγγραφα ή/και αποδεικτικά στοιχεία, διευκολύνοντας έτσι την εξέταση και διερεύνησή τους.
Υψηλού κινδύνου οι αξιωματούχοι για φοροδιαφυγή
Το Τμήμα Φορολογίας διατηρεί ξεχωριστό μητρώο κρατικών και αιρετών αξιωματούχων, οι οποίοι εντάσσονται στην κατηγορία των Πολιτικά Εκτεθειμένων Προσώπων (ΠΕΠ). Τα τελευταία χρόνια δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη φορολογική συμμόρφωση των προσώπων αυτών, και η εκκαθάριση των δηλώσεών τους τυγχάνει χειρισμού ως φορολογουμένων υψηλού κινδύνου. Με άλλα λόγια, οι φορολογικές τους δηλώσεις εξετάζονται και εκκαθαρίζονται με περισσότερους και λεπτομερέστερους ελέγχους.
Δέον να σημειωθεί ότι, με βάση τη νομοθεσία που ψήφισε πρόσφατα η Βουλή, κατά την αξιολόγηση των δηλώσεων περιουσιακών στοιχείων που υποβάλλονται στο πλαίσιο του «Πόθεν Έσχες», ο έφορος Φορολογίας νομιμοποιείται να ασκεί όλες τις εξουσίες που του παρέχονται από τις φορολογικές νομοθεσίες. Παράλληλα, έχει το δικαίωμα να αξιοποιεί όλα τα υφιστάμενα εργαλεία και πηγές πληροφόρησης που διαθέτει, περιλαμβανομένων και των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης.






