Τις προηγούμενες μέρες, με αφορμή την κατάθεση του προϋπολογισμού του Υπουργείου Γεωργίας για το 2026 στη Βουλή, η κυβέρνηση ξεδίπλωσε τα πλάνα της για την αντιμετώπιση της υδατικής κρίσης σε επίπεδο ύδρευσης. Συγκεκριμένα, παρουσίασε την εγκατάσταση επιπλέον μονάδων αφαλάτωσης, οι οποίες αυξάνουν την εφαρμογή της τεχνολογίας της αντίστροφης ώσμωσης κατά μήκος των ακτών της Κύπρου.
Σε αριθμούς, οι δύο νέες μόνιμες μονάδες που προγραμματίζεται να εγκατασταθούν στη Λεμεσό και τη Δεκέλεια μέχρι το 2029 και οι τρεις κινητές μέχρι το καλοκαίρι του 2026 θα διπλασιάσουν τη συνολική παραγωγή αφαλατωμένου νερού στην Κύπρο, από 235.000 κυβικά μέτρα νερού ημερησίως που παράγονται σήμερα, σε 412.000. Την ίδια ώρα εξετάζονται και σενάρια για τουλάχιστον επιπλέον τέσσερις μονάδες, με τις τρεις να είναι μόνιμες. Σήμερα γύρω στο 6% της ετήσιας παραγωγής ηλεκτρισμού διοχετεύεται στην αφαλάτωση. Αν η κυβέρνηση διπλασιάσει τη δυναμικότητα των μονάδων, τότε, το 6% θα ανέλθει σε περίπου 10%, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό ηλεκτροπαραγωγής που αυξάνει τις ανάγκες της Κύπρου σε ρεύμα.
Η ενέργεια στο πλάνο
Νοουμένου ότι θα τηρηθούν πιστά τα χρονοδιαγράμματα του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, όχι μόνο το καλοκαίρι του 2026 αλλά και τα επόμενα χρόνια, η Κύπρος θα καλύψει σημαντικές ανάγκες ύδρευσης, ενώ την ίδια ώρα διανοίγονται ευκαιρίες για άρδευση και υποστήριξη και της γεωργίας.
Εκείνο όμως το οποίο έχει αρχίσει να προκαλεί ανησυχία σε σχέση με τα πιο πάνω πλάνα είναι εάν αυτά γίνονται «σπασμωδικά» λόγω του κατεπείγοντος και χωρίς ολιστική προσέγγιση. Το βασανιστικό ερώτημα που προκύπτει είναι αν λαμβάνεται υπόψη το πόσο ενεργοβόρα λύση είναι η αφαλάτωση, αφενός, λόγω των εισαγόμενων ορυκτών καυσίμων, και δη του μαζούτ, για την τροφοδότηση των μονάδων παραγωγής και, αφετέρου, λόγω του τεράστιου περιβαλλοντικού αποτυπώματος από τους ρύπους που εκπέμπουν τα φουγάρα της ΑΗΚ, τους οποίους μάλιστα ο πολίτης χρυσοπληρώνει.
Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα μεταφέρεται και στη θαλάσσια ζωή λόγω της άλμης. Σύμφωνα με τους ειδικούς, παρ' όλο που η τεχνολογία της αντίστροφης ώσμωσης -κυρίαρχη διεθνώς στον τομέα της αφαλάτωσης- έχει εξελιχθεί αρκετά τα τελευταία χρόνια, απαιτεί σημαντικές υποδομές και ενέργεια υψηλής έντασης, καθιστώντας την όλη διαδικασία εξαιρετικά ενεργοβόρα.
Αφαλατωμένο νερό από ΑΠΕ;
Μπορεί όποτε ερωτάται για το θέμα η υπουργός Γεωργίας, Μαρία Παναγιώτου, να σημειώνει ότι οι νέες μονάδες θα υποστηρίζονται και από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), ωστόσο αυτό που πρέπει να απαντηθεί εμπεριστατωμένα είναι σε ποιο ποσοστό θα γίνεται αυτό και αν η Κύπρος είναι ικανή να ακολουθήσει το τρένο της εξέλιξης και τα αξιοθαύμαστα παραδείγματα σε χώρες της γειτονιάς μας στη Μέση Ανατολή, όπου έχει επιτευχθεί ακόμα και η πλήρης ηλεκτροδότηση τέτοιων μονάδων από ΑΠΕ.
Μέχρι σήμερα οι σχεδιασμοί για χρήση ΑΠΕ (μεγάλα φωτοβολταϊκά πάρκα) σκοντάφτουν σε τεχνικά εμπόδια, που εδράζονται κυρίως σε αδυναμίες του ηλεκτρικού δικτύου και στον περιορισμένο χώρο κοντά στις μονάδες. Το ερώτημα είναι εάν η κυβερνητική στρατηγική για διπλασιασμό της δυναμικότητας των μονάδων αφαλάτωσης προχωρά συντεταγμένα μαζί με μία στρατηγική επίλυσης των πιο πάνω ενεργειακών τεχνικών ζητημάτων.
Μισή τιμή αλλού
«Χρειάζεται να καθήσουν μαζί πολλοί διαφορετικοί φορείς, από τους παραγωγούς ηλεκτρισμού και τους τεχνικούς στις μονάδες αφαλάτωσης μέχρι τα Υπουργείο Γεωργίας και Ενέργειας, ώστε να εξετάσουν συλλογικά ποιες είναι οι βέλτιστες μέθοδοι για υποστήριξη αυτών των μονάδων από ΑΠΕ για ελαχιστοποίηση του περιβαλλοντικού τους αποτύπωματος», ανέφερε στον «Π» ο Μάριος Γεωργίου, ερευνητής στο Ινστιτούτο Κύπρου για θέματα αφαλάτωσης και επικεφαλής των πιλοτικών μονάδων αφαλάτωσης στο ερευνητικό κέντρο «Πρωτέας» στο Πεντάκωμο.
Όπως τόνισε, η παροχή φθηνού ρεύματος από ΑΠΕ στους αναδόχους των μονάδων δεν έχει μόνο περιβαλλοντικά οφέλη αλλά θα επιφέρει και μείωση της τιμής πώλησης αφαλατωμένου νερού στους καταναλωτές. Στην Κύπρο η μέση τιμή αφαλατωμένου νερού είναι περίπου 1.50 ευρώ ανά κυβικό μέτρο, λόγω χρήσης ορυκτών καυσίμων. Στον αντίποδα, το Ντουμπάι με το νέο εργοστάσιο Hassyan θα παράγει νερό με κόστος 0,37 ευρώ/κυβικό, χάρη στο μέγεθος της εγκατάστασης, τη σύμπραξη με ιδιώτες και τη χρήση ΑΠΕ. Σε γενικές γραμμές, στο εξωτερικό η μέση τιμή πώλησης αφαλατωμένου νερού κυμαίνεται από 0,50 μέχρι 0,70 ευρώ/κυβικό.
Αξιοποίηση ενέργειας που... «πετάμε»
«Το αξιοσημείωτο όμως που παρατηρείται στην Κύπρο είναι ότι η ενέργεια που καταναλώνεται για να λειτουργούν σήμερα οι μονάδες αφαλάτωσης είναι όση ενέργεια απορρίπτεται κάθε χρόνο από τα φωτοβολταϊκά που αποσυνδέονται από το δίκτυο», σημείωσε ο κ. Γεωργίου. Παραπέμποντας στους επίσημους αριθμούς, ενδεικτικά ανέφερε ότι για το έτος 2023 η συνολική ενέργεια που χρησιμοποιήθηκε για αφαλάτωση στην Κύπρο ανήλθε σε 216 GWh, ποσότητα που είναι περίπου ίση με την ενέργεια που έχει γίνει αποριφθεί από φωτοβολταϊκά κατά το πρώτο 10μηνο του 2025.
Ανέφερε τα πιο πάνω για να τονίσει τη σημασία εξεύρεσης λύσεων, ώστε τουλάχιστον ένα σημαντικό μέρος της ενέργειας που παράγεται και χάνεται να διοχετεύεται στις μονάδες αφαλάτωσης. «Σήμερα, που άνοιξε η αγορά του ηλεκτρισμού, θα μπορούσαν να γίνουν διμερείς συμβάσεις μεταξύ παραγωγών-προμηθευτών ηλεκτρισμού και μονάδων αφαλάτωσης, με τους πρώτους να επενδύουν και σε μπαταρίες αποθήκευσης», σημείωσε.
Για ένα σενάριο εγκατάστασης μεγάλου φωτοβολταϊκού πάρκου δίπλα από μία μόνιμη μονάδα αφαλάτωσης εξήγησε ότι θα πρέπει να υπερπηδηθούν συγκεκριμένα εμπόδια. Αφορούν το δίκτυο της ΑΗΚ, όπως οι «αντοχές» του υποσταθμού της στην περιοχή για να δεχτεί ένα τόσο μεγάλο επιπλέον φορτίο, όπως επίσης και τη διαθεσιμότητα γης. Εδώ τόνισε ότι οι μονάδες αφαλάτωσης είναι παραθαλάσσιες και αυτό συνεπάγεται ότι το κόστος γης είναι πιο ακριβό.
ΤΑΥ: Εξετάζει συμφωνία
Τους προβληματισμούς για το πόσο ενεργοβόρες είναι οι μονάδες αφαλάτωσης θέσαμε και στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων (ΤΑΥ), το οποίο δείχνει να αναγνωρίζει το πρόβλημα. «Η επεξεργασία του θαλάσσιου νερού για σκοπούς αφαλάτωσης γίνεται με την τεχνολογία της αντίστροφης ώσμωσης, η οποία είναι ενεργοβόρα. Υπολογίζεται ότι για την παραγωγή ενός κυβικού μέτρου νερού απαιτούνται 3,4 κιλοβατώρες. Ως εκ τούτου οι μονάδες αφαλάτωσης καταναλώνουν σημαντική ηλεκτρική ενέργεια», σημειώνει.
Την ίδια ώρα ενημερώνει ότι στις νέες μεγάλες μόνιμες μονάδες αφαλάτωσης θα τεθεί ενώπιον του αναδόχου η υποχρέωση χρήσης ΑΠΕ. Ένα από τα σενάρια που εξετάζεται είναι να υπάρχει συμφωνία με μεγάλο φωτοβολταϊκό πάρκο, το οποίο να καλύπτει μεγάλο ποσοστό της ηλεκτρικής κατανάλωσης.
Πάντως η ακριβής απαίτηση θα καθοριστεί από τη Μελέτη Βιωσιμότητας που θα προηγηθεί των εγγράφων διαγωνισμού που θα ετοιμαστούν για την κατασκευή και λειτουργία της μονάδας, όπως διευκρινίζει το ΤΑΥ. Επίσης σημειώνει ότι εξετάζουν και άλλες τεχνολογίες αφαλάτωσης.
Οι ρύποι
Τα πλάνα της κυβέρνησης για διπλασιασμό της συνολικής δυναμικότητας των μονάδων αφαλάτωσης θα διπλασιάσουν συγχρόνως και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα αυτών των μονάδων από άποψη εκπομπών CO2 που εκπέμπουν τα φουγάρα της ΑΗΚ από την καύση του μαζούτ. Υπενθυμίζεται ότι αυτούς τους ρύπους τούς πληρώνουν κάθε χρόνο οι φορολογούμενοι πολίτες μέσω των λογαριασμών ρεύματος.
Σύμφωνα με τον ερευνητή του Ινστιτούτου Κύπρου κ. Γεωργίου, σήμερα γύρω στο 6% της ετήσιας παραγωγής ηλεκτρισμού, ένα ήδη σοβαρό, όπως το χαρακτήρισε, ποσοστό, διοχετεύεται στην αφαλάτωση, το οποίο συνιστά περίπου 2% των ετήσιων εκπομπών CO2. «Αν η κυβέρνηση διπλασιάσει τη δυναμικότητα των μονάδων, τότε, το 6% στο μερίδιο αξιοποίησης ηλεκτρισμού ενδέχεται να γίνει 10%. Δεδομένου ότι ταυτόχρονα μεγαλώνουν οι ανάγκες σε ηλεκτρισμό και για άλλες δραστηριότητες, ίσως να μην διπλασιαστεί αυτό το ποσοστό αλλά σίγουρα θα είναι πιο κοντά στο 10%», πρόσθεσε.
Υποβάθμιση της θάλασσας
Μία σοβαρή αρνητική συνέπεια από τη λειτουργία μίας μονάδας αφαλάτωσης είναι και η περιβαλλοντική υποβάθμιση στη θαλάσσια περιοχή λόγω της απελευθέρωσης της άλμης. Σύμφωνα με τον κ. Γεωργίου, η αλμύρα, που επιστρέφεται σήμερα στη θάλασσα, μπορεί να τύχει επεξεργασίας, ώστε, παρά να επιβαρύνεται η θαλάσσια ζωή, να δίνει άλατα, τα οποία έχουν αξία για γεωργικούς σκοπούς και για μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού.
Η ανάγκη αξιοποίησης των ΑΠΕ στην αφαλάτωση, η μείωση του κόστους αφαλατωμένου νερού και η ελαχιστοποίηση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος από άποψη διοχέτευσης άλμης στη θάλασσα είναι ζητήματα που εξετάζει η ΕΕ, για να καταλήξει σε βέλτιστες τεχνικές, τεχνολογίες και πρακτικές, όπως τόνισε ο κ. Γεωργίου. Αυτές οι τρεις θεματικές απασχολούν και το Ινστιτούτο Κύπρου, τις οποίες θα θέσει υπό εξέταση σε ένα τεχνικό εργαστήρι , το οποίο διοργανώνει σε συνεργασία με το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο τέλος του μήνα.
Οι σχεδιασμοί του ΤΑΥ που αυξάνουν το «οπλοστάσιο»
Το Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων προγραμματίζει ότι η λειτουργία της νέας μόνιμης μονάδας αφαλάτωσης στην Ανατολική Λεμεσό, δυναμικότητας 60.000-80.000 κυβικών μέτρων νερού ημερησίως, και η αντικατάσταση της παλαιάς μονάδας στη Δεκέλεια (η σύμβαση λήγει το 2027) με νέα, δυναμικότητας 80.000 - 100.000 κυβικών μέτρων ημερησίως, θα γίνει περί τα τέλη του 2029. Την ίδια ώρα εξετάζεται μία τρίτη μονάδα στον Πρωταρά. Συγχρόνως, αξιολογούνται τρεις επιπρόσθετες περιοχές για την κατασκευή νέων μόνιμων μονάδων αφαλάτωσης στο μέλλον.
Αφαλατωμένο νερό στο 100%
Στο μεταξύ, το ΤΑΥ προγραμματίζει την εγκατάσταση και λειτουργία πριν από το καλοκαίρι του 2026 τριών νέων κινητών μονάδων, στην Επισκοπή, το Βασιλικό και την Αγία Νάπα. Κάθε μονάδα θα έχει ελάχιστη δυναμικότητα 10.000 κυβικών μέτρων νερού ημερησίως και θα λειτουργεί για περίοδο πέντε ετών.
Σήμερα τέσσερις κινητές μονάδες βρίσκονται σε λειτουργία ή υπό ολοκλήρωση (Μονή, Κισσόνεργα, Γαρύλλης και Λιμάνι Λεμεσού), με συνολική δυναμικότητα 47.000 κ.μ./ημέρα μέχρι τον Ιανουάριο του 2026. Με την πλήρη λειτουργία 7 κινητών μονάδων (3 νέες και 4 υφιστάμενες), θα ενισχυθεί το σύστημα με 77.000 κυβικά μέτρα ημερησίως.
Με αυτές τις ποσότητες, το ΤΑΥ βλέπει να αυξάνονται πέραν του 32% οι ποσότητες νερού από τις αφαλατώσεις. Σήμερα, η παραγωγή νερού από τις 5 μόνιμες μονάδες (Πάφου, Επισκοπής, Βασιλικού, Λάρνακας και Δεκέλειας) ανέρχεται σε 235.000 κ.μ. νερού ημερησίως και καλύπτει το 70% των αναγκών ύδρευσης, συνεπώς, όπως τονίζουν, μέχρι το καλοκαίρι είναι εφικτός ο στόχος να καλύπτονται στο 100% από αφαλατωμένο νερό οι συνολικές ανάγκες ύδρευσης.






