Σ το «γήπεδο» της Βουλής βρίσκεται πλέον η μπάλα για να ρυθμιστεί διά νόμου το ανέλεγκτο των αποφάσεων του Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου, μετά την ψήφιση των σχετικών νομοσχεδίων για τον διαχωρισμό των εξουσιών στη Νομική Υπηρεσία.
Υπενθυμίζεται ότι το νομοσχέδιο για το ανέλεγκτο θεωρήθηκε ως προϋπόθεση για να προχωρήσει η ψήφιση και των άλλων νομοσχεδίων για τον εκσυγχρονισμό της Νομικής Υπηρεσίας και την εισαγωγή του θεσμού του Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου και του Βοηθού Δημόσιου Κατηγόρου.
Το σχετικό νομοσχέδιο βρίσκεται ενώπιον της Βουλής, το οποίο παραπέμφθηκε -όπως και τα υπόλοιπα- για συζήτηση στην κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών. Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση, που συνοδεύει το κείμενο του νομοσχεδίου, προβλέπεται ο έλεγχος των τελικών αποφάσεων του Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου, πρώτο, για μη άσκηση ποινικής δίωξης προσώπου για αδίκημα και, δεύτερο, για αναστολή ποινικής δίωξης των κατηγοριών προσώπου ενώπιον Κακουργιοδικείου. Ο έλεγχος θα πραγματοποιείται βάσει συγκεκριμένων λόγων που προνοούνται στο νομοσχέδιο και τους οποίους δύνανται να αιτηθούν τα δικαιούμενα πρόσωπα.
Το βάρος για τον έλεγχο των αποφάσεων που θα λαμβάνει ο Γενικός Δημόσιος Κατήγορος πέφτει πλέον στο Ανώτατο Δικαστήριο. Συγκεκριμένα, το συνημμένο νομοσχέδιο προνοεί τα ακόλουθα:
(α) Το Ανώτατο Δικαστήριο ως το αρμόδιο δικαστήριο για έλεγχο των τελικών αποφάσεων του Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου της Δημοκρατίας
(β) τον δικαστικό έλεγχο των ακόλουθων αποφάσεων του Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου της Δημοκρατίας: για μη άσκηση ποινικής δίωξης προσώπου για αδίκημα και για αναστολή ποινικής δίωξης των κατηγοριών προσώπου ενώπιον Κακουργιοδικείου.
(γ) τον δικαστικό έλεγχο των αποφάσεων του Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου της Δημοκρατίας, βάσει των τριών λόγων που αναφέρονται στο άρθρο 3 του νομοσχεδίου, ήτοι όταν διαπιστώνεται η ύπαρξη κακής πίστης εκ μέρους του Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου, όταν διαπιστώνεται μη συμμόρφωση με την καθορισθείσα πολιτική της Υπηρεσίας Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου της Δημοκρατίας, χωρίς καλό λόγο, και όταν διαπιστώνεται μη συμμόρφωση με το δεδικασμένο ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
(δ) την προηγηθείσα διαδικασία εσωτερικής αναθεώρησης της απόφασης του Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου για μη άσκηση ποινικής δίωξης. Ειδικές διατάξεις για τη διαδικασία που θα ακολουθείται σε αυτή την περίπτωση θα προνοούνται στον περί της Ίδρυσης, Δομής, Οργάνωσης και Λειτουργίας της Υπηρεσίας Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου της Δημοκρατίας καθώς και για Συναφή Θέματα Νόμο.
(ε) τα δικαιούμενα πρόσωπα για υποβολή αίτησης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ήτοι: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο υπέστη βλάβη ή ζημιά, συμπεριλαμβανομένης, όπου αυτό εφαρμόζεται, της σωματικής, της ψυχικής ή της συναισθηματικής βλάβης ή της οικονομικής ζημίας που προκλήθηκε απευθείας από το αδίκημα για το οποίο δεν ασκήθηκε δίωξη ή ανεστάλη η ποινική δίωξη, το οποίο αναγνωρίζεται ως θύμα για σκοπούς του παρόντος νόμου ή πρόσωπο το οποίο έχει πρώτου βαθμού συγγένεια με το θύμα, σε περίπτωση που το θύμα αποβίωσε συνεπεία της διάπραξης του αδικήματος.
(στ) τη μορφή του ένδικου μέσου, που αναφέρεται στο νομοσχέδιο ως «Αίτηση», ως επίσης τις προθεσμίες για την καταχώριση αυτής στο Ανώτατο Δικαστήριο·
(ζ) τη διαδικασία που θα ακολουθείται ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως αυτή αναφέρεται στο άρθρο 6 του νομοσχεδίου. Πέραν αυτού, η διαδικασία δύναται να καθοριστεί με Διαδικαστικό Κανονισμό- (η) υποχρέωση επανεξέτασης της απόφασης από τον Γενικό Δημόσιο Κατήγορο, στην περίπτωση που το Ανώτατο Δικαστήριο αποδεχθεί την αίτηση και ακυρώσει την απόφασή του
(θ) έναρξη ισχύος του νόμου, που καθορίζεται ως η ημερομηνία της δημοσίευσης του Διαδικαστικού Κανονισμού από το Ανώτατο Δικαστήριο, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, η οποία δεν μπορεί να είναι πρωθύστερη της ημερομηνίας δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της γνωστοποίησης του Υπουργικού Συμβουλίου για την ίδρυση Υπηρεσίας Γενικού Δημόσιου Κατηγόρου της Δημοκρατίας και για την ετοιμότητά της να λειτουργήσει.
Διαβούλευση με Εισαγγελέα
Σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, το νομοσχέδιο οριστικοποιήθηκε κατόπιν των συναντήσεων που πραγματοποίησε ο υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως με το Ανώτατο Δικαστήριο, τον Γενικό και τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, στις ημερομηνίες 29 Απριλίου 2025, 17 Ιουνίου 2025, 8 Σεπτεμβρίου 2025 και 8 Οκτωβρίου 2025, και στη βάση των γραπτών σχολίων που λήφθηκαν προς τούτο, τόσο από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας όσο και από το Ανώτατο Δικαστήριο.






