Η μάχη για την ΑΤΑ συνεχίζεται χωρίς να διαφαίνεται προοπτική θετικής εξέλιξης, με τις εργοδοτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις να εμμένουν στα επιχειρήματα που θέτουν.
Μετά την παρουσίαση της πολιτικής θέσης της κυβέρνησης για καθολική ΑΤΑ και το ενδεχόμενο νομοθετικής ρύθμισής της, προκλήθηκε νέος κύκλος αντιδράσεων.
Στο προσκήνιο βρέθηκαν χθες και νομικές γνωματεύσεις, με τον γόρδιο δεσμό να παραμένει άλυτος.
Γνωμάτευση Αιμιλιανίδη
Όπως ανακοινώθηκε την Πέμπτη, το ΚΕΒΕ και η ΟΕΒ έχουν από κοινού ζητήσει και έχουν λάβει νομική γνωμάτευση από τον συνταγματολόγο Αχιλλέα Αιμιλιανίδη, η οποία αναφέρει ότι δυνάμει της υφιστάμενης νομολογίας, η νομοθετική επιβολή εφαρμογής της ΑΤΑ σε εργαζόμενους με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου φαίνεται να βρίσκεται σε αντίθεση με το άρθρο 26 του Συντάγματος και το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι ελευθέρως.
ΚΕΒΕ και ΟΕΒ εκφράζουν απογοήτευση και βαθιά ανησυχία για τον μονομερή, όπως τον χαρακτηρίζουν, χειρισμό του συγκεκριμένου ζητήματος, καλώντας την κυβέρνηση να παραμείνει προσηλωμένη στο σύστημα της τριμερούς συνεργασίας και στον Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων. Αν παρ' ελπίδα επιλέξει τη νομική οδό, τονίζεται, οι εργασιακές σχέσεις θα μεταφερθούν από τις αίθουσες της διαπραγμάτευσης και της συνεργασίας στις αίθουσες των δικαστηρίων και της αντιδικίας. Στις 2 Οκτωβρίου συνέρχονται οι εκτελεστικές επιτροπές των δύο συνδέσμων για να αξιολογήσουν τα επόμενά τους βήματα.
Διευκρινίσεις Αιμιλιανίδη
Ο κ. Αιμιλιανίδης, φιλοξενούμενος στην εκπομπή «Δεύτερη Ματιά», με την Άντρη Δανιήλ, διευκρίνισε ότι «στο τραπέζι υπάρχει πρόταση και δεν είναι νόμος», τονίζοντας ότι, «αν φθάσουμε στο να γίνει νόμος θα γνωματεύσει και η Νομική Υπηρεσία, θα αξιολογηθεί ο ίδιος ο νόμος, θα γίνει νομοσχέδιο και θα κριθεί από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο η συνταγματικότητα ή μη».
Δεν είναι νομικό θέμα
Όπως δήλωσε στον «Π» η γ.γ. της ΠΕΟ, Σωτηρούλα Χαραλάμπους, «δεν θα μπούμε στον διάλογο μεταξυ νομικών», επισημαίνοντας ότι η ΑΤΑ είναι δικαίωμα των εργαζομένων που κατακτήθηκε μετά από αγώνες. «Η ΑΤΑ για όλους», υπέδειξε, «μπορεί να επιτευχθεί από αποφάσεις που δεν χρειάζονται νόμους, όπως είναι η ενσωμάτωση της ΑΤΑ στον κατώτατο μισθό, ρυθμίσεις προκειμένου οι συλλογικές συμβάσεις να εφαρμόζονται αλλά και επέκτασή τους».
«Σίγουρα η γνωμάτευση ενός έγκριτου νομικού, δεν αμφισβητείται. Η κυβέρνηση όμως πρέπει να το θέσει στη Νομική Υπηρεσία, κάτι που έπρεπε να είχε κάνει πριν το εξαγγείλει δημόσια. Δώσαμε επιλογές οι οποίες προνοούν την επέκταση της εφαρμογής της μέσω της ενσωμάτωσης στον εθνικό κατώτατο, την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων και τη δημιουργία κινήτρων μέσω της φορολογικής μεταρρύθμισης σε επιχειρήσεις», σχολίασε ο γ.γ. της ΣΕΚ, Ανδρέας Μάτσας. «Υποβαθμίζεται ο κοινωνικός διάλογος με επικίνδυνο τρόπο, διασαλεύεται ακόμη και η δημοκρατία, της οποίας βασικό συστατικό είναι ο κοινωνικός διάλογος», τονίζει.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΔΕΟΚ, Στέλιο Χριστοδούλου, ήδη υπάρχει προηγούμενο, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις που συνεπάγονται οικονομικό κόστος για τους εργοδότες, όπως είναι ο κατώτατος μισθός και άλλες ρυθμίσεις που είναι στο πλαίσιο κοινωνικής πολιτικής, όπως η άδεια μητρότητας, οι άδειες ανάπαυσης, η φροντίδα παιδιών και οι όροι απασχόλησης για όσους εργάζονται στα καταστήματα και στο λιανικό εμπόριο.
Παράλληλα, συνδικαλιστική πηγή ανέφερε στον «Π» ότι υπάρχει αντιγνωμοδότηση από τη Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, με βάση την οποία υπάρχει δυνατότητα στο κράτος να επέμβει εάν το θέμα είναι κοινωνικό και όχι οικονομικό.
Αυτονόητη δυνατότητα
Σε γραπτή του δήλωση, ο υπουργός Εργασίας, Γιάννης Παναγιώτου, επεσήμανε ότι είναι αυτονόητη η δυνατότητα κατοχύρωσης και αναβάθμισης των όρων εργοδότησης, δυνατότητα που μέχρι στιγμης δεν έχει αξιοποιήσει όπως απαιτούν εδώ και μήνες οι συντεχνίες, καθυστερώντας την κατάθεση του νομοσχεδίου για την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων και εφαρμογή σχετικής οδηγίας της ΕΕ.
«Παρόλο που οι τοποθετήσεις σχετικά με τη νομική πτυχή της προοπτικής για την καθολική επέκταση της ΑΤΑ δεν περιλαμβάνονται στον κοινωνικό διάλογο που διεξάγεται για το μέλλον του θεσμού, η δυνατότητα για την εξασφάλιση νομικής συμβουλής και την έκφραση νομικής άποψης είναι σεβαστή», σημειώνει.
«Ωστόσο», πρόσθεσε, «η διαχρονική ανταπόκριση της Πολιτείας στην αναγκαιότητα για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής μέσα από την καλύτερη ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, επιβεβαιώνει ιστορικά την αυτονόητη δυνατότητα της θεσμικής κατοχύρωσης των εργασιακών δικαιωμάτων».






