Οι εκ διαμέτρου αντίθετες τοποθετήσεις των κοινωνικών εταίρων για την ΑΤΑ οι οποίες συνεχίζονται, και οι αντιδράσεις για την προωθούμενη φορολογική μεταρρύθμιση, αφήνουν εκτός ουσιαστικής συζήτησης ένα καίριο ζήτημα: Εάν οι μέσοι πολίτες της χώρας θα αισθανθούν κάποια ουσιαστική διαφοροποίηση στην οικονομική τους κατάσταση, η οποία επιδεινώθηκε τα τελευταία χρόνια. Με αφορμή τις συζητήσεις, τις αντιπαραθέσεις και τον οξύ λόγο που προβάλλεται, ο «Π» ζήτησε από οικονομολόγους να αναλύσουν εάν ΑΤΑ και φορολογική μεταρρύθμιση θα επιφέρουν ουσιαστική μεταβολή της οικονομικής κατάστασης του μέσου Κύπριου.
Οι στρεβλώσεις
«Η ΑΤΑ δεν θα λύσει τα προβλήματα της κοινωνικής πολιτικής και είναι στο χέρι του κράτους να λάβει μέτρα στήριξης για ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, τα οποία μπορεί να προέλθουν μέσα από φορολογίες», σημειώνει στον «Π», ο Μάριος Κληρίδης. «Η ΑΤΑ έχει κάποιες στρεβλώσεις που πρέπει να διορθωθούν. Δεν μπορεί να παίρνεις ΑΤΑ διότι αυξήθηκαν οι τιμές του πετρελαίου, καθώς από τις αυξήσεις τα οφέλη καταλήγουν στους παραγωγούς πετρελαίου και τα κόστη στις χώρες που εισάγουν πετρέλαιο». Δεύτερον, αναφέρει, «πρέπει να αφαιρέσουμε από την ΑΤΑ την επίπτωση των έμμεσων φόρων, διότι ο στόχος των έμμεσων φόρων είναι να περιοριστεί η κατανάλωση προϊόντων που επηρεάζουν αρνητικά, ρύποι, φόροι στον καπνό κ.λπ.». Σε κάποιους τομείς, επίσης, υποδεικνύει, εάν επιβληθεί ΑΤΑ, μπορεί να πλήξει την ανταγωνιστικότητά τους, όπως ο τουρισμός όπου οι τιμές καθορίζονται από διεθνή ανταγωνισμό. «Η ΑΤΑ δημιουργεί μια στρέβλωση στην κατανομή του εθνικού εισοδήματος υπέρ των δημοσίων υπαλλήλων, τραπεζικών και του υπόλοιπου 60% του ιδιωτικού τομέα που δεν τη λαμβάνει», προσθέτει.
Η παραδοξότητα
Ο Μιχάλης Φλωρεντιάδης αναφέρει ότι ο θεσμός αποτελεί αναχρονισμό και μάλλον προβλήματα θα προκαλέσει στην κυπριακή οικονομία. «Θεωρώ αυτονόητο ότι οι μισθοί των εργαζομένων πρέπει να αναπροσαρμόζονται λόγω του πληθωρισμού σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ώστε να προστατεύεται το βιοτικό τους επίπεδο και να μην φτωχοποιούνται. Αυτό όμως, κατά προτίμηση, πρέπει να γίνεται είτε μέσα από συλλογικές συμβάσεις είτε σε μια διαδικασία ετήσιας αναθεώρησης όταν δίνονται μισθολογικές αυξήσεις. Το να υπάρχει αυτόματος μηχανισμός αναθεώρησης είναι παράδοξο, επειδή μετακυλίει το κόστος του απροσδόκητου πληθωρισμού εξολοκλήρου και άμεσα στον εργοδότη», τονίζει.
«Τέτοιου είδους μηχανισμοί, πιστεύω, είναι καλύτερα να χρησιμοποιούνται σε χώρες που έχουν πολύ υψηλό και απρόβλεπτο πληθωρισμό ύψους 5-10% τον μήνα, και όχι σε χώρες ανεπτυγμένες που στοχεύουν σε πληθωρισμό 1-3%. Έχω την εντύπωση», προσθέτει, «ότι η συγκεκριμένη αντιπαράθεση πηγάζει από το γεγονός ότι η ΑΤΑ αποτελούσε ένα κεκτημένο που με την πάροδο της κρίσης και τη βελτίωση των δημοσίων οικονομικών, οι πολιτικές ισορροπίες ίσως να ευνοούν την επαναφορά της και όχι κάτι που θα είναι προς όφελος της οικονομίας».
Ωφελεί τους υψηλόμισθους
«ΑΤΑ λαμβάνει περίπου το 40% του εργατικού δυναμικού. Από αυτούς που λαμβάνουν ΑΤΑ οι υψηλόμισθοι παίρνουν τη μερίδα του λέοντος. Στο Δημόσιο, το 2024, η ΑΤΑ κόστισε περίπου €88 εκατ. Το 2025 η αύξηση από το 50% στο 66,7% πρόσθεσε άλλα €48 εκατ. Από αυτό, το ένα τέταρτο των υψηλότερα αμειβομένων πήρε περίπου τα €45 εκατ. Επομένως, ξεκάθαρα η ΑΤΑ ωφελεί κυρίως τους υψηλόμισθους. Και ως τέτοια αποτελεί σημαντική στρέβλωση στην όλη φιλοσοφία της», σημειώνει από την πλευρά του ο Στέλιος Πλατής.
«H ATA δεν αναπληρώνει το βιοτικό επίπεδο των υψηλόμισθων, αλλά προσθέτει στις καταθέσεις τους, ενώ τιμωρεί ουσιαστικά τους χαμηλότερα αμειβόμενους και αναντίλεκτα το 60% που δεν τη λαμβάνει», τονίζει. «Γι' αυτό τον λόγο δεν είμαι αντίθετος στην ιδέα ΑΤΑ για όλους τους χαμηλά αμειβόμενους υπαλλήλους, κάτω από αυστηρές προϋποθέσεις». Προς το παρόν, εισηγείται «αντί να δίνουμε ΑΤΑ στους υψηλόμισθους να προσθέσουμε ΑΤΑ στον εθνικό κατώτατο μισθό, και να αυξήσουμε την ΑΤΑ στα χαμηλότερα στρώματα».
«Άτομα που αυτή τη στιγμή λαμβάνουν εισοδήματα κάτω του αφορολόγητου ποσού, δεν θα δουν οποιαδήποτε αλλαγή, σε αντίθεση με άτομα πιο υψηλής εισοδηματικής τάξης τα οποία επηρεάζονται θετικά από τις αλλαγές στις φορολογικές κλίμακες και τις αφαιρέσεις που αναμένεται να υιοθετηθούν και που έχουν να κάνουν με τη σύνθεση της οικογένειας, το ενοίκιο, τα ασφάλιστρα και τους τόκους για την κύρια κατοικία και έξοδα που προωθούν τη λεγόμενη πράσινη μετάβαση. Αυτά θα μειώσουν τον φόρο πληρωτέο», εκτιμά ο οικονομολόγος Τάσος Γιασεμίδης. «Οπότε άτομα χαμηλότερης εισοδηματικής τάξης αναμένουν να δουν κάποιες θετικές αλλαγές στα εισοδήματά τους μέσω της ΑΤΑ», προσθέτει.
Δεν αγγίζει τη μεσαία τάξη
Ο κ. Πλατής επισημαίνει ότι μέσα από τη φορολογική μεταρρύθμιση που προωθείται, δεν αξιοποιείται η φορολογική εργαλειοθήκη ώστε να αντιμετωπιστεί, μέσα από κίνητρα και αντικίνητρα, η στεγαστική και ενεργειακή κρίση, να προαχθεί η καινοτομία και η έρευνα, η πράσινη ανάπτυξη, η ψηφιοποίηση και εν γένει ο μετασχηματισμός της Κύπρου σε ένα κράτος-πρότυπο. «Η αλλαγή κάποιων φορολογικών δεικτών, σε συνδυασμό με τη μικρή αύξηση του ορίου του αφορολογήτου δεν αντιμετωπίζει τις πολλαπλές κρίσεις που διέρχονται η μεσαία τάξη και τα ευάλωτα κοινωνικά στρώματα», σημειώνει. Παράλληλα, αναφέρει, απουσιάζουν στοχευμένα κίνητρα και κριτήρια για ουσιαστική στήριξη μεγάλου αριθμού κρίσιμων κοινωνικών και οικονομικά ευάλωτων ομάδων.






