Τα τελευταία χρόνια το πανεπιστημιακό τοπίο στην Κύπρο αλλάζει με ρυθμούς που πολλές φορές ξεπερνούν τις δυνατότητες της ίδιας της χώρας. Νέα ιδρύματα εμφανίζονται, τα υφιστάμενα διεκδικούν μεγαλύτερο μερίδιο και ο αριθμός των φοιτητών αυξάνεται δημιουργώντας την εντύπωση μιας αγοράς που συνεχώς αναπτύσσεται. Πίσω, όμως, από αυτή τη δυναμική εικόνα, το ερώτημα παραμένει: Πώς εξελίσσεται ο ρόλος εκείνων που καλούνται να σηκώσουν το βάρος της πανεπιστημιακής ανάπτυξης; Ποια είναι σήμερα η πραγματικότητα για τους ακαδημαϊκούς, τους καθηγητές και τους ερευνητές που στελεχώνουν τα ιδρύματα Ανώτερης Εκπαίδευσης;
Αυτή η συζήτηση δεν αφορά μόνο την Κύπρο. Η νέα ευρωπαϊκή έκθεση του «Δικτύου ΕΥΡΥΔΙΚΗ», με τίτλο «Academic Staff in Europe 2025», επιχειρεί να καταγράψει ακριβώς αυτό: Την κατάσταση των ακαδημαϊκών σταδιοδρομιών σε 38 συστήματα Ανώτερης Εκπαίδευσης, τις πολιτικές που εφαρμόζονται, τις δυσκολίες που επιμένουν και τους όρους που διαμορφώνονται για όσους εργάζονται στα πανεπιστήμια. Η έκθεση δεν εξετάζει ξεχωριστά την Κύπρο. Όμως οι τάσεις που περιλαμβάνει αφορούν άμεσα ένα σύστημα το οποίο βρίσκεται σε φάση συνεχούς επέκτασης κι ένα επάγγελμα που γίνεται όλο και πιο σύνθετο, πιο απαιτητικό και πιο ασταθές.
Από τη διεθνοποίηση και τις συμβάσεις εργασίας μέχρι την κινητικότητα, την αξιολόγηση και την ακαδημαϊκή ελευθερία, το επάγγελμα του πανεπιστημιακού σήμερα διαμορφώνεται μέσα σε ένα περιβάλλον που θέτει ολοένα και περισσότερες απαιτήσεις. Δεν πρόκειται πλέον απλώς για διδασκαλία και έρευνα. Πρόκειται για ρόλους που περιλαμβάνουν παραγωγή γνώσης, διοίκηση, κοινωνική προσφορά, συνεργασίες με τη βιομηχανία και διαρκή επαγγελματική εξέλιξη. Η έκθεση φωτίζει αυτές τις αλλαγές και αναδεικνύει τις στρατηγικές που άλλα κράτη υιοθετούν για να τις αντιμετωπίσουν, ενώ στην Κύπρο η συζήτηση επικεντρώνεται στο πώς θα λειτουργήσει ένα σύστημα που μεγαλώνει, χωρίς να είναι βέβαιο αν μπορεί να υποστηρίξει την ίδια του την ανάπτυξη.
Καριέρες υπό αναθεώρηση
Σύμφωνα με την έκθεση, η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε μια μετάβαση όπου οι ακαδημαϊκές καριέρες καλούνται να γίνουν ταυτόχρονα πιο σταθερές και πιο ευέλικτες. Τα κράτη δίνουν ολοένα και μεγαλύτερη έμφαση στη διασφάλιση σαφών επαγγελματικών διαδρομών, με 31 εκπαιδευτικά συστήματα να έχουν ήδη διαμορφώσει στρατηγική για το ακαδημαϊκό προσωπικό και 24 να έχουν εφαρμόσει τουλάχιστον μία μεταρρύθμιση την τελευταία πενταετία. Η σταδιοδρομία του πανεπιστημιακού φαίνεται πλέον να μην ορίζεται μόνο από τη διδασκαλία και την έρευνα αλλά και από την επαγγελματική ανάπτυξη, τη συνεχή μάθηση και την κινητικότητα μεταξύ χωρών.
Η εξέλιξη αυτή σχετίζεται άμεσα με την επιδίωξη για ισότητα μεταξύ διδακτικού και ερευνητικού έργου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, 9 στρατηγικές ανώτατου επιπέδου αναφέρουν για πρώτη φορά ρητή ισότητα εκτίμησης ανάμεσα στις δύο δραστηριότητες, ενώ 10 μεταρρυθμίσεις στα συστήματα Ανώτερης Εκπαίδευσης εισήγαγαν νέους μηχανισμούς αξιολόγησης της απόδοσης των ακαδημαϊκών. Η αλλαγή αυτή διαφοροποιεί το προφίλ του πανεπιστημιακού, ο οποίος δεν καλείται απλώς να διδάξει αλλά να συμμετάσχει στην παραγωγή γνώσης και να αξιολογηθεί για αυτήν.
Επισφαλής εργασία
Παρά τις μεταρρυθμίσεις που καταγράφει η έκθεση, τα προβλήματα στην απασχόληση του ακαδημαϊκού προσωπικού δεν έχουν εκλείψει. Σε αρκετές χώρες, η σταθερότητα των ακαδημαϊκών σταδιοδρομιών εξακολουθεί να αποτελεί ζητούμενο. Το ένα τρίτο των ευρωπαϊκών συστημάτων Ανώτερης Εκπαίδευσης συνδυάζει συμβάσεις αορίστου χρόνου με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ενώ περισσότερα από 20 εκπαιδευτικά συστήματα έχουν προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις που σχετίζονται αποκλειστικά με τα εργασιακά καθεστώτα.
Η συζήτηση γύρω από τη σταθερότητα εργασίας βρίσκει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα της Κύπρου. Εκεί, οι ανάγκες για πρόσθετο προσωπικό δεν μπορούν εύκολα να μετατραπούν σε μόνιμες θέσεις, καθώς η δημιουργία τους προϋποθέτει κυβερνητική έγκριση και πρόσθετη χρηματοδότηση. Όπως εξηγεί ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κύπρου Τάσος Χριστοφίδης: «Σε περιπτώσεις δημοσίων πανεπιστήμιων, όπως το ΠΚ, δεν είναι εύκολο κάθε φορά που χρειάζεσαι προσωπικό να ανοίγουν μόνιμες θέσεις, μιας και κάτι τέτοιο προϋποθέτει κονδύλια τα οποία πρέπει να εγκριθούν από την κυβέρνηση».
Παράλληλα, ο κ. Χριστοφίδης διευκρινίζει ότι οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου που συναντώνται στο πανεπιστήμιο δεν αφορούν πάντα επισφαλείς θέσεις αλλά θέσεις περιορισμένης διάρκειας, συνδεδεμένες με συγκεκριμένες χρονικές και ακαδημαϊκές ανάγκες. Το φαινόμενο αυτό καταγράφεται και στην έκθεση, όπου τονίζεται ότι τα κράτη οφείλουν να εξισορροπούν τη λειτουργική ευελιξία των ιδρυμάτων με την ασφάλεια του προσωπικού.
Προσέλκυση ξένων ερευνητών
Η έρευνα αναδεικνύει επίσης την ενίσχυση της διεθνοποίησης, με 21 στρατηγικές και 9 μεταρρυθμίσεις να αφορούν άμεσα την κινητικότητα και τη διακρατική συνεργασία. Η προσέλκυση ξένων ερευνητών φαίνεται να αποτελεί κοινή ευρωπαϊκή επιδίωξη, όχι μόνο για την ενίσχυση της ποιότητας αλλά και για την ανταλλαγή διαφορετικών ακαδημαϊκών κουλτουρών.
Στο κυπριακό πλαίσιο η διεθνοποίηση συχνά παρουσιάζεται ως «υπερεξάρτηση από ξένους ακαδημαϊκούς». Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κύπρου διαφωνεί με αυτή την οπτική: «Η έρευνα δεν έχει σύνορα. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να έχουμε καλούς ερευνητές και ίσα ίσα το να έχεις ερευνητές από διάφορες χώρες, οι οποίοι είναι απόφοιτοι πανεπιστημίων άλλων χωρών, άλλων συστημάτων Εκπαίδευσης με άλλες νοοτροπίες, είναι θετικό».
Ο ίδιος σημειώνει ότι οι ξένοι ακαδημαϊκοί εμπλουτίζουν τα πανεπιστήμια με νέες ιδέες και διαφορετικές αντιλήψεις, ενώ προσθέτει έναν ακόμη σοβαρό λόγο για τον οποίον επιδιώκεται η παρουσία τους: «Άλλος ένας λόγος που προκύπτει αυτή η ανάγκη για ξένους ερευνητές είναι προς αποφυγή του λεγόμενου inbreeding (σ.σ. όταν ένα πανεπιστήμιο προσλαμβάνει κυρίως δικούς του αποφοίτους, περιορίζοντας την ποικιλία ιδεών και μεθοδολογιών)».
Η προσέλκυση ακαδημαϊκών του εξωτερικού, ωστόσο, δεν είναι πάντα εύκολη. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου, όπου η απουσία πανεπιστημιακών κλινικών αποτέλεσε εμπόδιο στη στελέχωση με ξένους καθηγητές: «Είχαμε και περιπτώσεις ακαδημαϊκών οι οποίοι ήρθαν για κάποιο διάστημα και στη συνέχεια, αφού είδαν ότι δεν προχωρά το θέμα με τη δημιουργία πανεπιστημιακών κλινικών, αποχώρησαν».
Η δημιουργία των κλινικών αυτών αποτελεί πάγιο αίτημα του πανεπιστημίου, με τον πρύτανη να τονίζει ότι η υστέρηση αυτή περιορίζει τον ανταγωνισμό του ιδρύματος στην ευρωπαϊκή ακαδημαϊκή αγορά.
Στο μικροσκόπιο η βιωσιμότητα
Την ώρα που η Ευρώπη δίνει έμφαση στα κριτήρια ποιότητας, στην αξιολόγηση του προσωπικού και στη διασφάλιση σταθερών επαγγελματικών διαδρομών, η Κύπρος βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα διαφορετικό ζήτημα: Την υπερπληθώρα ιδρυμάτων. Η χώρα έχει πλέον 12 πανεπιστήμια και δεκάδες ιδιωτικά κολέγια, ενώ στο άμεσο μέλλον αναμένεται αύξηση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων. Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Κύπρου θεωρεί πως η εξέλιξη αυτή εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τη βιωσιμότητα του τοπικού ακαδημαϊκού οικοσυστήματος: «Είμαστε μια πολύ μικρή χώρα και δεν δικαιολογείται να έχουμε 12 πανεπιστήμια και μεγάλο αριθμό κολεγίων, ενώ το επόμενο διάστημα αναμένεται να αυξηθούν και τα παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων. Πώς μπορούν όλα αυτά τα ιδρύματα να είναι βιώσιμα;».
Στην έκθεση, το ζήτημα δεν εξετάζεται ως θέμα μεγέθους ή αριθμού ιδρυμάτων αλλά ως θέμα προτεραιοτήτων: Ποιότητα, αξιολόγηση, ποικιλομορφία, ακαδημαϊκή ελευθερία και συνθήκες εργασίας. Η Ευρώπη ενισχύει τα πλαίσια αξιολόγησης, καθώς οι ακαδημαϊκοί καλούνται να προσφέρουν όχι μόνο διδασκαλία και έρευνα αλλά και κοινωνική προσφορά, συμμετέχοντας σε ένα περιβάλλον αυξημένης λογοδοσίας.






