Η πρόσφατη αιματηρή βεντέτα στην Κρήτη, που ξύπνησε μνήμες παλιών οικογενειακών συγκρούσεων, επαναφέρει στο προσκήνιο ένα φαινόμενο τόσο βαθιά ριζωμένο στην τοπική κοινωνία, ώστε μοιάζει να ακροβατεί ανάμεσα στη λαϊκή παράδοση και το ποινικό δελτίο. Δύο οικογένειες, δεμένες με δεκαετίες αντιπαλότητας, βρέθηκαν ξανά αντιμέτωπες, με δύο ακόμη νεκρό και ένα ολόκληρο χωριό να προσπαθεί να αποτρέψει την επόμενη πράξη του δράματος.
Η λέξη «βεντέτα» προέρχεται από το ιταλικό vendetta, που σημαίνει εκδίκηση. Στην Κρήτη, όμως, η βεντέτα δεν είναι απλώς πράξη αντεκδίκησης· είναι μια ολόκληρη κοινωνική τελετουργία που μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, σχεδόν ως άγραφος νόμος τιμής. Ξεκινά συνήθως από ένα περιστατικό μια προσβολή, έναν καυγά, μια δολοφονία - και εξελίσσεται σε κύκλο αίματος που μπορεί να κρατήσει δεκαετίες. Οι άνδρες της οικογένειας θεωρούν υποχρέωσή τους να «πάρουν το αίμα πίσω», η αστυνομία περιορίζεται στο ρόλο του θεατή, και οι υπόλοιποι κάτοικοι ζουν με τον φόβο της επόμενης ενέδρας.
Απέναντι στη βεντέτα, η κρητική παράδοση έχει μια άλλη, εξίσου βαριά λέξη: τον σασμό. Ο σασμός - από το ρήμα «σάζω», δηλαδή «συμφιλιώνω» - είναι η πράξη που σπάει τον φαύλο κύκλο. Συνήθως προκύπτει ύστερα από μακρές διαπραγματεύσεις, όταν μια τρίτη πλευρά - ιερέας, κοινοτάρχης ή πρόσωπο κύρους - καταφέρνει να φέρει τις δύο οικογένειες στο ίδιο τραπέζι. Δεν είναι απλή συγγνώμη· είναι συμβολική ειρήνη, με τελετουργίες, χειραψίες και παρουσία μαρτύρων.
Σήμερα, όμως, η Κρήτη μοιάζει να βρίσκεται ανάμεσα στις δύο λέξεις: ανάμεσα στην ανάγκη να διατηρήσει τις παραδόσεις και στην πίεση ενός σύγχρονου κράτους δικαίου που δεν μπορεί να αποδέχεται την αυτοδικία. Για πολλούς, οι βεντέτες δεν είναι πια «κώδικας τιμής», αλλά υπόλειμμα μιας άλλης εποχής, που κοστίζει ανθρώπινες ζωές και στιγματίζει ολόκληρα χωριά. Για άλλους, αποτελούν απόδειξη της αντοχής της κρητικής ταυτότητας, όσο κι αν αυτή η ταυτότητα, κάποιες φορές, πληρώνεται με αίμα.
Πηγή: lifo.gr






