Κατά τη διάρκεια των δηλώσεων του Προέδρου της Δημοκρατίας στις Βρυξέλλες μετά το τέλος της Συνόδου Κορυφής, κάποιος εκ των δημοσιογράφων κοινοποίησε στον Νίκο Χριστοδουλίδη την ευφάνταστη και εκτός τόπου και χρόνου αναφορά του υπουργού Δικαιοσύνης ότι «η Αστυνομία δεν μπορεί να πατάξει το οργανωμένο έγκλημα» γιατί «το οργανωμένο έγκλημα υπήρχε, υπάρχει και θα εξακολουθήσει να υπάρχει και ότι μετεξελίσσεται όσον αφορά τις μεθόδους που ακολουθούνται κατά καιρούς».
Ουδείς βεβαίως ανέμενε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα προχωρούσε σε σχολιασμό μιας τέτοιας παρατήρησης. Ωστόσο στους παρόντες συναδέλφους, δημιουργήθηκε η εντύπωση της αίσθηση αμηχανίας του Νίκου Χριστοδουλίδη από το άκουσμα της αναφοράς του υπουργού Δικαιοσύνης γύρω από το έγκλημα στην Κύπρο.
Υπουργός, υπουργοί και Πρόεδρος
Ο υπουργός Δικαιοσύνης ωστόσο εξακολουθεί να βρίσκεται στη θέση του, είναι αυτός που είναι σήμερα επειδή το αποφάσισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο αρμόδιος να διορίσει τα πρόσωπα που θα τον συνδράμουν στο Υπουργικό του Συμβούλιο. Αν επομένως ο συγκεκριμένος υπουργός λειτουργεί χωρίς την απαιτούμενη ενσυναίσθηση του πραγματικού του ρόλου, ο πρώτος που θα πρέπει να αντιληφθεί αυτή την πραγματικότητα είναι ο ίδιος ο Πρόεδρος. Αν ένας υπουργός, μετά από ένα έγκλημα μέρα μεσημέρι σε δημόσιο χώρο, καθορίζει με δηλώσεις του την έλλειψη προσλαμβανουσών παραστάσεων του ρόλου του στο επίπεδο της Δικαιοσύνης και προκρίνει δημοσίως να πει στους Κύπριους πολίτες ότι θα έχουμε εσαεί οργανωμένο έγκλημα στην Κύπρο, ο πρώτος που θα έπρεπε να είχε ενοχληθεί είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο οποίος είτε δεν μπορεί δυνητικά είτε δεν θέλει να του ζητήσει την επιστροφή του χαρτοφυλακίου του υπουργικού πόστου.
Περί αδύναμων κρίκων
Το θέμα βεβαίως σε μια συζήτηση για αλλαγή στο κυβερνητικό σχήμα δεν αφορά αποκλειστικά τον υπουργό Δικαιοσύνης. Αν εκ των πραγμάτων γίνεται λόγος σε αυτό το πολιτικό πρόσωπο είναι επειδή τίθεται ζήτημα με τον υπουργό Δικαιοσύνης, του οποίου κατά τρόπο καθολικό διαπιστώνεται προβληματική η παρουσία του στο Σώμα. Το πρόβλημα ακόμη δεν είναι ότι αδύναμοι κρίκοι στο σημερινό Υπουργικό Συμβούλιο υπάρχουν πληθώρα.
Το ζήτημα είναι πως για τους αποτυχημένους υπουργούς ο Πρόεδρος δεν παρεμβαίνει για διάφορους λόγους για τις απαιτούμενες διορθωτικές κινήσεις για βελτίωση της συνολικής εικόνας της κυβέρνησης και κατά επέκταση της δικής του εικόνας.
Παρά τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις από το Προεδρικό ότι ο ανασχηματισμός είναι «θέμα ημερών» (αυτό βεβαίως, για να είμαστε δίκαιοι, δεν το ανέφερε ποτέ ο Πρόεδρος αλλά είναι εμπεδωμένο στην κοινή γνώμη από τις διαρροές των στενών του συνεργατών), εξακολουθεί να αποφεύγει τη λήψη οριστικών αποφάσεων. Το αποτέλεσμα είναι μια παρατεταμένη περίοδος αβεβαιότητας, που έχει αρχίσει να επηρεάζει τη λειτουργία των υπουργείων και να φθείρει την κυβερνητική εικόνα.
Χαμηλές στροφές
Η καθυστέρηση στις αποφάσεις έχει ήδη επιπτώσεις στη λειτουργία της κυβέρνησης. Υπουργοί που γνωρίζουν ή υποψιάζονται ότι βρίσκονται υπό αντικατάσταση, είναι που είναι αδύναμοι κρίκοι, λειτουργούν επιπλέον σε «χαμηλές στροφές». Όπως σχολιάζει δε ανώτερο στέλεχος στη Δημόσια Υπηρεσία, «όταν ο πολιτικός σου προϊστάμενος είναι με το ένα πόδι έξω, κανείς δεν παίρνει ευθύνες». Το αποτέλεσμα είναι η ενίσχυση της αίσθησης στασιμότητας, την ώρα που η κοινωνία αναμένει απτά αποτελέσματα και η κυβέρνηση έχει μπροστά της ένα πυκνό πολιτικά φθινόπωρο με κρίσιμες προκλήσεις.
Κυρίως όμως ο Πρόεδρος έχει πλέον ενώπιόν του μια νέα κατάσταση πραγμάτων στο Κυπριακό με την εκλογή του Τουφάν Ερχιουρμάν στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων. Εφόσον επομένως ο Ν. Χριστοδουλίδης μιλά συνεχώς για τη συνεπή και σταθερή του στάση στο πρόβλημα, είναι λογικό να αναμένει κάποιος ότι θα παραμείνει προσηλωμένος για πρόοδο χωρίς τα βαρίδια μιας μόνιμης εκκρεμότητας στη διακυβέρνησή του.
Στο ρεπορτάζ του «Πολίτη» (28 Σεπτεμβρίου 2025) σημειώναμε ότι ο προβληματισμός του Προέδρου για ανασχηματισμό έχει πλήρως ωριμάσει», όπως μας έλεγε πολύ κοντινό πρόσωπο και συνεργάτης του Προέδρου. Μάλιστα σημείωνε ότι ο στόχος της «ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας και του πολιτικού χαρακτήρα της κυβέρνησης» είναι μονόδρομος.
Σήμερα, έναν μήνα μετά το δημοσίευμα του «Π» και μερικούς μήνες προβληματισμού, ο Νίκος Χριστοδουλίδης, ενώ εξακολουθεί να θεωρεί πως θα πρέπει να προχωρήσει σε αλλαγές τεσσάρων-πέντε υπουργείων ή και μερικές εσωτερικές ανακατατάξεις, εντούτοις, παραμένει όμηρος αυτής της εκκρεμότητας.
Εν ολίγοις, παρά την ωρίμανση της συζήτησης, το Προεδρικό δεν έχει προχωρήσει σε αποφάσεις. Συνεργάτες του Προέδρου εξηγούν ότι η καθυστέρηση οφείλεται στην «αναζήτηση των κατάλληλων προσώπων» και στην προσπάθεια να εξασφαλιστούν πολιτικές ισορροπίες που δεν θα προκαλέσουν εσωτερικές αναταράξεις. Αυτή ωστόσο είναι η μία πιθανή εξήγηση, η οποία απεικονίζει μόνο τη μισή αλήθεια. Γιατί αυτή η συζήτηση και η δυστοκία αντικατοπτρίζουν και την πολιτική συμπεριφορά του ίδιου του Προέδρου της Δημοκρατίας. Την κουλτούρα του στην ανάληψη σοβαρών ευθυνών γρήγορα και αποφασιστικά.
Η αναβλητικότητα κοστίζει
Στενοί συνεργάτες του Νίκου Χριστοδουλίδη παραδέχονται ότι η αναβλητικότητα έχει αρχίσει να κοστίζει πολιτικά. «Ο χρόνος λειτουργεί εις βάρος μας», λέει χαρακτηριστικά κυβερνητική πηγή. «Όσο καθυστερεί ο ανασχηματισμός τόσο ενισχύεται η εικόνα μιας κυβέρνησης που διστάζει να πάρει δύσκολες αποφάσεις, ενώ δίνει τροφή στο αφήγημα της αντιπολίτευσης για τον τρόπο διαχείρισης αυτού του μείζονος ζητήματος, μια αποκλειστικότητα του Προέδρου.
Η συνέχιση της εκκρεμότητας γύρω από τον ανασχηματισμό, όσο και αν θεωρείται αυτονόητο ότι αφορά κατά αποκλειστικότητα τον Πρόεδρο, επιτείνει τη δυστοκία λειτουργίας της κυβέρνησης αφού κατάφερε πραγματικά ο χειρισμός του χρόνου και η αναβλητικότητα να δημιουργήσει μια ατελέσφορη κατάσταση αναμονής με ελλιπή διαχείριση των υπουργικών χαρτοφυλακίων.
Η κυβέρνηση παρουσιάζει εικόνα κόπωσης, οι υπουργοί λειτουργούν σε καθεστώς αβεβαιότητας και η κοινή γνώμη δείχνει να χάνει την υπομονή της. Όπως σημειώνει κυβερνητικός παράγοντας στον «Π», «ο ανασχηματισμός ήταν αναμενόμενος ως ένδειξη επανεκκίνησης. Τώρα πια κινδυνεύει να εκληφθεί ως αναγκαστική αντίδραση».
Είναι πραγματικά αδιανόητο ένας ανασχηματισμός, που έχει στόχο τη βελτίωση της κυβερνητικής εικόνας, να μετατρέπεται εδώ και μήνες σε πολιτικό θρίλερ και να εξελίσσεται σε ένα μεγάλο άγος για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.






